Από την περασμένη Πέμπτη, οι αγορές παγκοσμίως έχουν υποστεί τεράστιες απώλειες, και οι χώρες αναζητούν τρόπους να διαχειριστούν τους δασμούς που επιβάλλουν οι ΗΠΑ. Σε αυτό το σκηνικό, η Κίνα αναδεικνύεται ως ο μοναδικός αντίπαλος.
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ έχει αποδείξει ότι βλέπει την Κίνα ως τη μεγαλύτερη απειλή για την αμερικανική κυριαρχία. Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι οι δασμοί που σκέφτεται να επιβάλλει σε κινεζικά προϊόντα αγγίζουν το 90%, κάτι που μπορεί να αμφισβητήσει την οικονομική κυριαρχία των ΗΠΑ.
Η Κάθριν Τάι, η οικονομική επιτετραμμένη της Κυβέρνησης Μπάιντεν, περιέγραψε την κατάσταση με απαισιόδοξα λόγια, αποκαλώντας την κινεζική πρόοδο «τσουνάμι» που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί. Η Κίνα έχει επενδύσει σημαντικά στην οικονομία της και φαίνεται έτοιμη να αναλάβει έναν πιο επιθετικό ρόλο.
Η Κίνα έχει αναπτύξει εντυπωσιακά νούμερα που την καθιστούν ανθεκτική. Ακόμα και μετά από μια σοβαρή οικονομική κρίση πριν από πέντε χρόνια, οι τράπεζές της έχουν επενδύσει σχεδόν 2 τρισεκατομμύρια δολάρια στην ανάπτυξή της. Αυτό έχει οδηγήσει σε σημαντική αύξηση της παραγωγής στον τομέα των αυτοκινήτων και στην πετροχημική βιομηχανία.
Η Κίνα, παρά τους δασμούς που επιβάλλονται, έχει καταφέρει να αυξήσει το ποσοστό των εξαγωγών της, ενώ επενδύει και στην εσωτερική αγορά. Ωστόσο, οι Αμερικανικοί δασμοί δεν είναι η μεγαλύτερη ανησυχία για την Κίνα. Οι οικονομολόγοι της χώρας προειδοποιούν για τον εσωτερικό κίνδυνο και την ανάγκη να ασχοληθούν σοβαρά με την οικονομία και την ευημερία των πολιτών.
Η αύξηση του κατώτατου μισθού και της σύνταξης αναμένεται να έχει θετικό αντίκτυπο στην εσωτερική κατανάλωση, κάτι που είναι κρίσιμο για την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας.