Στη διάρκεια της πρόσφατης συνέντευξης τύπου με τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο Ντόναλντ Τραμπ απέστειλε ένα σαφές μήνυμα στην Ευρώπη σχετικά με τη σημασία της αμερικανικής ενέργειας. Αυτή ήταν η δεύτερη επίσκεψη του Πρωθυπουργού του Ισραήλ στην Ουάσιγκτον εντός δύο μηνών, κατά την οποία ο Πρόεδρος των ΗΠΑ αναφέρθηκε στο σχέδιο «ημέρα απελευθέρωσης» που προέβλεπε επιβολή δασμών σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ο Τραμπ τόνισε τη δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προμηθευτεί αμερικανικό αέριο, υπογραμμίζοντας ότι «θα το πληρώσει». Η απόφαση αυτή προήλθε από την ανάγκη της ΕΕ να διακόψει τις εισαγωγές ρωσικής ενέργειας, μια κίνηση που επιτάχθηκε μετά την καταστροφή των αγωγών Nord Stream 1 και 2 το 2022. Σήμερα, οι αποθήκες αερίου της Ευρώπης είναι γεμάτες από αμερικανική ενέργεια, με κόστος που είναι υψηλότερο από ποτέ.
Σημειώνεται πως η πληρότητα των δεξαμενών δεν είναι στο μέγιστο επίπεδο σε σύγκριση με πέρυσι, καθώς τα αποθέματα αγγίζουν μόλις το 1/3 της δυναμικής τους. Αυτό σημαίνει ότι η Ευρώπη θα πρέπει να καταβάλει υψηλό τίμημα για να καλύψει τις ενεργειακές της ανάγκες φέτος, χωρίς εναλλακτική λύση στον ορίζοντα.
Ο Τραμπ απευθύνθηκε επίσης στις Βρυξέλλες καλώντας σε διάλογο για τις διμερείς εμπορικές σχέσεις. Πηγές από την Κομισιόν ανέφεραν ότι δεν τίθεται θέμα επαναδιαπραγμάτευσης της αρχικά συμφωνηθείσας τιμής για την ενέργεια, παρά την πίεση που ασκεί ο Αμερικανός Πρόεδρος.
Από την πλευρά του, ο Εμανουέλ Μακρόν έχει ήδη ξεκινήσει συζητήσεις για την ενδυνάμωση της ενέργειας στην Ευρώπη, προτείνοντας τη διάθεση πυρηνικής ενέργειας από τη Γαλλία σε άλλες χώρες της ΕΕ.
Σχετικά με τις εμπορικές σχέσεις, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει την επιβολή δασμών 25% σε σειρά αμερικανικών προϊόντων, ως απάντηση στην απόφαση του Τραμπ να επαναφέρει δασμούς στον χάλυβα και το αλουμίνιο. Οι πρώτοι δασμοί αναμένονται να τεθούν σε εφαρμογή στις 16 Μαΐου, με δεύτερο κύμα να ακολουθεί το Δεκέμβριο του 2025.
Η Κομισιόν στοχεύει σε μια ισορροπημένη απάντηση, με δασμούς που θα περιλαμβάνουν προϊόντα όπως διαμάντια, οδοντικό νήμα και λουκάνικα. Το μπέρμπον και άλλα αλκοολούχα ποτά εξαιρέθηκαν από τον τελικό κατάλογο, πιθανώς για να αποτραπεί περαιτέρω κλιμάκωση της κατάστασης.