Μέσα στον αναβρασμό που έχουν προκαλέσει οι πρόσφατες ανακοινώσεις του Ντόναλντ Τραμπ για την επιβολή δασμών 25% σε όλα τα εισαγόμενα αυτοκίνητα, ο Αμερικανός πρόεδρος προχώρησε σε νέες απειλές. Ειδικότερα, δήλωσε ότι θα επιβληθούν επιπλέον δασμοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τον Καναδά εάν συνεργαστούν για να προκαλέσουν οικονομική ζημία στις Ηνωμένες Πολιτείες.
«Αν η ΕΕ συνεργαστεί με τον Καναδά για να βλάψει οικονομικά τις ΗΠΑ, θα επιβληθούν νέοι μεγάλοι δασμοί, πολύ μεγαλύτεροι από αυτούς που είναι προγραμματισμένοι, για να προστατευτεί ο καλύτερος φίλος που είχε ποτέ κάθε μία από αυτές τις χώρες», ανέφερε ο Τραμπ σε ανάρτησή του.
Η ανακοίνωση για τους νέους δασμούς επιδεινώνει την κατάσταση στον εμπορικό πόλεμο που έχει ξεκινήσει με την επάνοδό του στον Λευκό Οίκο, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις από ηγέτες χωρών όπως η Ιαπωνία, ο Καναδάς και η Βραζιλία, οι οποίοι προανήγγειλαν μέτρα αντεπίθεσης.
Ο Ρεπουμπλικάνος πρόεδρος βλέπει τους δασμούς ως έναν τρόπο ενίσχυσης των εσόδων, προκειμένου να καλυφθούν οι φορολογικές ελαφρύνσεις που έχει ανακοινώσει. Επιπλέον, φιλοδοξεί να αναβιώσει τη βιομηχανική βάση της χώρας, η οποία τα τελευταία χρόνια έχει υποστεί σοβαρή παρακμή.
Κατά το 2024, οι Ηνωμένες Πολιτείες εισήγαγαν αυτοκίνητα αξίας 220 δισεκατομμυρίων δολαρίων και ανταλλακτικά ύψους 474 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι κύριοι προμηθευτές περιλαμβάνουν το Μεξικό, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, τον Καναδά και τη Γερμανία, χώρες που θα πλήγουν σημαντικά από το νέο μέτρο.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, δήλωσε ότι λυπάται βαθιά για την απόφαση του Τραμπ, προσθέτοντας ότι η ΕΕ θα συνεχίσει να αναζητά λύσεις μέσω διαπραγματεύσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Επιπλέον, ο Ιάπωνας πρωθυπουργός Σιγκέρου Ισίμπα προειδοποίησε ότι η Ιαπωνία θα λάβει «προσήκοντα μέτρα» ανταπόδοσης για τους δασμούς που θα επιβληθούν στα ιαπωνικά οχήματα. Η αυτοκινητοβιομηχανία αποτελεί έναν από τους κύριους τομείς της ιαπωνικής οικονομίας και η κυβέρνηση προειδοποίησε για τον μεγάλο αντίκτυπο που θα έχουν οι ενέργειες του Τραμπ στις εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών και την παγκόσμια οικονομία.