Η συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής ισχύος, προωθώντας τις απαιτήσεις της στο πλαίσιο των ευρωτουρκικών σχέσεων και διεκδικώντας έναν πρωταγωνιστικό ρόλο στη Μέση Ανατολή, με κυρίαρχο θέμα τη Συρία. Αυτή η κατάσταση δημιουργεί νέα δεδομένα που επηρεάζουν τους σχεδιασμούς της Αθήνας αναφορικά με τα Ελληνοτουρκικά.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε τηλεφωνική συνομιλία με τον Ντόναλντ Τραμπ, κατά την οποία ζήτησε την επανένταξη της Άγκυρας στο πρόγραμμα των μαχητικών F-35 και την άρση των κυρώσεων που επιβλήθηκαν βάσει του νόμου CAATSA. Επίσης, ο Ερντογάν εξέφρασε την πεποίθηση ότι η Τουρκία και οι Ηνωμένες Πολιτείες, ως σύμμαχοι, θα ενισχύσουν τη συνεργασία τους με αλληλεγγύη και ειλικρίνεια.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Διευρυμένη Διάσκεψη για το Κυπριακό και οι επιλογές σχετικά με την ηλεκτρική διασύνδεση της Κύπρου με την Κρήτη αποκτούν κομβική σημασία για τα επόμενα βήματα στα Ελληνοτουρκικά. Η συνεδρίαση του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας στην Άγκυρα και η συνάντηση μεταξύ Κυριάκου Μητσοτάκη και Ταγίπ Ερντογάν είναι επίσης κρίσιμες για την κατεύθυνση των εξελίξεων.
Στη Γενεύη, όπου διεξάγεται η πενταμερής Διάσκεψη για το Κυπριακό υπό την αιγίδα του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, η Τουρκία οδηγεί τη διαδικασία σε αδιέξοδο με την αδιάλλακτη θέση της για εγκατάλειψη του πλαισίου λύσης που βασίζεται στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και την υποστήριξη θέσεων που προτείνουν τη λύση των δύο κρατών.
Η προσπάθεια του Γκουτέρες είναι να αποφευχθεί η κήρυξη αδιέξοδου και να καταρτιστεί ένας οδικός χάρτης για τα επόμενα βήματα, με στόχο να δρομολογηθούν κινήσεις υπό μορφή Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της τουρκοκυπριακής κοινότητας, αφήνοντας θεωρητικά ανοιχτή την προοπτική επανέναρξης των συνομιλιών.