Η εισαγγελέας Πρωτοδικών Βασιλική Δημοπούλου, κατά την αγόρευσή της στη δίκη της Ρούλας Πισπιρίγκου, χαρακτήρισε με όρους όπως «ωχαδελφισμός», «αντιεπιστημονικότητα» και «αναξιοπιστία» τη στάση ορισμένων κρατικών ιατροδικαστών, οι οποίοι έχουν την ευθύνη να προσδιορίζουν την αιτία θανάτου. Αυτή η διαδικασία απαιτεί επιστημονική ακρίβεια για να καθοριστεί εάν ο θάνατος οφείλεται σε εγκληματική ενέργεια ή σε φυσικά αίτια.
Στη διάρκεια της δίκης, οι εκδοχές που παρουσίασαν οι ιατροδικαστές σχετικά με τα αίτια θανάτου των δύο μικρότερων κοριτσιών της οικογένειας Δασκαλάκη ήταν πολλές και αντικρουόμενες. Δικαστές και ένορκοι βρέθηκαν σε μια κατάσταση σύγχυσης καθώς οι ειδικοί αναφέρονταν σε σπάνιες ιατρικές παθήσεις και αναθεωρούσαν προηγούμενες δηλώσεις τους. Έτσι, η επιστημονική βεβαιότητα για τις αιτίες θανάτου των κοριτσιών παρέμεινε αδύνατη.
Η εισαγγελέας Δημοπούλου στην 12ωρη αγόρευσή της ανέφερε την αλληλουχία αντιφάσεων των κρατικών ιατροδικαστών, κάνοντας λόγο για ψέματα και εμπαιγμό της δικαστικής έδρας. Η αποκάλυψη της εσωτερικής κατάστασης στους κόλπους των ιατροδικαστών, από τα χείλη εισαγγελέα, προσδίδει μια σοβαρή διάσταση στην υπόθεση αυτή, ανεξαρτήτως της απόφασης του δικαστηρίου για την κατηγορούμενη μητέρα.
Η Δημοπούλου άφησε αιχμές για πιθανή συγκάλυψη της αλήθειας από τους ιατροδικαστές και επισήμανε την ευθύνη τους να διερευνήσουν την αιτία θανάτου τριών παιδιών. Αναφέρθηκε στον ιατροδικαστή Χριστίνα Τσάκωνα, τονίζοντας ότι η εκτίμησή της για τον θάνατο της Μαλένας ήταν υποθετική και χωρίς βάση, καθώς η ίδια δεν είχε πλήρη εικόνα της κατάστασης του παιδιού.
Η εισαγγελέας συνέχισε με την αποδόμηση της κατάθεσης της ιατροδικαστή Αγγελικής Τσιόλα, η οποία είχε αποδώσει τον θάνατο της Ιριδας σε ιατρική πάθηση, αλλά είχε αμφισβητήσει την αρχική της εκτίμηση. Η Δημοπούλου επισήμανε τις ελλείψεις στην εργασία της και την αναγκαιότητα να αναζητήσει γνώμες από άλλους ειδικούς προτού καταλήξει σε συμπεράσματα.