Το αλβανικό πολιτικό σύστημα χρησιμοποιεί τις εκλογές ως μια ευκαιρία για να στείλει μηνύματα φιλίας προς την Ελλάδα, καθώς οι σχέσεις με τη χώρα μας είναι ουσιαστικές για πολλούς Αλβανούς πολίτες. Ωστόσο, αυτές οι «επιθέσεις φιλίας» έχουν διάρκεια μόνο όσο η προεκλογική περίοδος, όπως δείχνει η εμπειρία των τελευταίων 35 ετών.
Τις τελευταίες ημέρες, η επίσκεψη του Σαλί Μπερίσα, ηγέτη του Δημοκρατικού Κόμματος και αντίπαλου του Εντι Ράμα, καθώς και οι δηλώσεις του Αλβανού πρωθυπουργού, αποκαλύπτουν ότι οι δύο πολιτικοί προσπαθούν να βελτιώσουν την εικόνα τους και να κρύψουν τις αμφιβολίες σχετικά με τις προεκλογικές τους δηλώσεις για την Ελλάδα.
Η Αθήνα θα πρέπει να εστιάσει στη διαμόρφωση μιας στρατηγικής για τις σχέσεις με την Αλβανία, η οποία προς το παρόν δεν είναι σαφής. Αυτές οι σχέσεις θα πρέπει να βασίζονται στον σεβασμό της καλής γειτονίας, στα μειονοτικά δικαιώματα της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας και στην αποφυγή της καλλιέργειας ανθελληνικών αισθημάτων μέσω του αλυτρωτισμού, που συχνά χρησιμοποιείται στην πολιτική της Αλβανίας.
Σημαντικό ορόσημο στις σχέσεις των δύο χωρών είναι η συμφωνία οριοθέτησης των θαλάσσιων ζωνών ή η παραπομπή της διαφοράς στη Χάγη. Ο Μπερίσα επανέρχεται στη σκηνή επιδιώκοντας να ενώσει την αντιπολίτευση και να ανατρέψει τον Ράμα, ο οποίος διατηρεί το προβάδισμα εν όψει των εκλογών της 11ης Μαΐου.
Στην ομιλία του στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας, ο Μπερίσα επιτέθηκε στον Ράμα, κατηγορώντας τον για τα προβλήματα στις ελληνοαλβανικές σχέσεις. Επιπλέον, προσπαθεί να αξιοποιήσει τη συμμετοχή του μειονοτικού κόμματος ΚΕΑΔ, ώστε ο πρόεδρός του, Βαγγέλης Ντούλες, να έχει πιθανότητες εκλογής.
Ωστόσο, ο Μπερίσα, παρά τις τωρινές φιλοφρονήσεις του για την Ελλάδα, είναι ο πολιτικός που έχει εκφράσει ακραίες ανθελληνικές απόψεις κατά τη διάρκεια της θητείας του, τόσο ως πρόεδρος όσο και ως πρωθυπουργός.
Είναι μάλιστα υπεύθυνος για την πρώτη μεγάλη κρίση το 1993, με την απέλαση του αρχιμανδρίτη Χρυσόστομου Μαϊδώνη, γεγονός που συνοδεύτηκε από επιθέσεις κατά της ελληνικής μειονότητας. Η αντίδραση της κυβέρνησης Μητσοτάκη ήταν άμεση και αυστηρή, επιβάλλοντας έξι όρους στα Τίρανα.