Η χθεσινή δολοφονία μιας 44χρονης γυναίκας από έναν 47χρονο ασθενή στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής «Δαφνί» αναδεικνύει εκ νέου το καίριο ζήτημα της φύλαξης των δυνητικά επικίνδυνων ασθενών και την έντονη έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού στα δημόσια νοσοκομεία. Τα δύο αυτά προβλήματα είναι διαχρονικά και εγείρουν σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια όλων όσων βρίσκονται εντός των ψυχιατρικών δομών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο 47χρονος ασθενής, ο οποίος νοσηλευόταν σε κλινική του «Δαφνί», επιτέθηκε στην 44χρονη χρησιμοποιώντας γυαλί από σπασμένο καθρέφτη, μόλις μια ημέρα μετά την εισαγωγή της στο νοσοκομείο. Οι ασθενείς του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα είναι άτομα που έχουν διαπράξει αξιόποινες πράξεις, αλλά λόγω ψυχικής διαταραχής υποβάλλονται σε θεραπευτικά μέτρα, όπως η νοσηλεία.
Μετά το περιστατικό, οι ιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό κατέβαλαν προσπάθειες για την ανάνηψη του θύματος, αλλά δυστυχώς κατέληξε. Ο 47χρονος διέφυγε αλλά συνελήφθη αργότερα. Αυτή τη στιγμή διεξάγεται Ένορκη Διοικητική Εξέταση για τη διερεύνηση των συνθηκών του συμβάντος.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι ο 47χρονος είχε ιστορικό δολοφονίας σε άλλο ψυχιατρικό ίδρυμα και νοσηλευόταν σε θάλαμο χωρίς ειδική φύλαξη. Οι συνθήκες στα ψυχιατρικά νοσοκομεία, όπου οι ασθενείς είναι συχνά σε κοινά δωμάτια χωρίς κατάλληλη εποπτεία, εντείνουν την ανησυχία.
Τα προβλήματα αυτά δεν είναι νέα και οι εργαζόμενοι στα ψυχιατρικά νοσοκομεία αναφέρουν ότι η έλλειψη προσωπικού είναι επιτακτική. Ο διεθνής δείκτης απαιτεί έναν νοσηλευτή ανά πέντε ασθενείς, ενώ στην Ελλάδα, οι νοσηλευτές καλούνται να φροντίσουν 30 ή και 40 ασθενείς ταυτόχρονα, γεγονός που οδηγεί σε ανεπάρκεια φροντίδας.
Ο πρόσφατος νόμος για την Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση δεν φαίνεται να επιλύει αυτά τα ζητήματα, καθώς οι διατάξεις του επικεντρώνονται σε διοικητικές αλλαγές και όχι σε ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών νοσηλείας.