Το ύψος του παγίου και η μηνιαία κατανάλωση είναι δύο κεντρικοί παράγοντες που επηρεάζουν την επιλογή του φθηνότερου τιμολογίου ρεύματος από τους καταναλωτές. Σύμφωνα με το εργαλείο σύγκρισης τιμών της Ρυθμιστικής Αρχής, οι καταναλωτές μπορούν πλέον να συγκρίνουν όχι μόνο την τιμή της κιλοβατώρας αλλά και το ύψος της κατανάλωσης.
Οι τιμές για τα σταθερά (μπλε) τιμολόγια, σύμφωνα με στοιχεία του Ιανουαρίου, ξεκινούν από λίγο κάτω από 9 λεπτά ανά κιλοβατώρα, ενώ τα «κίτρινα» (κυμαινόμενο) τιμολόγια αρχίζουν από το ίδιο επίπεδο, εκθέτοντας τους καταναλωτές σε διακυμάνσεις της αγοράς. Αντίθετα, τα «πράσινα» τιμολόγια αλλάζουν μηνιαίως με προκαθορισμένο κόστος που είναι συνήθως υψηλότερο.
Οι πιο συμφέρουσες προσφορές, όπως αναφέρεται στο εργαλείο της ΡΑΕΕΥ, διαφέρουν ανάλογα με το ύψος της κατανάλωσης και την πάγια χρέωση, η οποία κυμαίνεται από 0 έως 15 ευρώ. Η χαμηλότερη τιμή κιλοβατώρας (0,09 ευρώ) σημαίνει ότι τα 15 ευρώ του παγίου αντιστοιχούν σε 166 κιλοβατώρες, ποσότητα που ξεπερνά τη μισή μηνιαία κατανάλωση για τα περισσότερα νοικοκυριά.
Είναι, λοιπόν, σημαντικό οι καταναλωτές να εξετάζουν τόσο την τιμή της κιλοβατώρας όσο και το ύψος του παγίου πριν καταλήξουν στην επιλογή παρόχου. Η τάση της αγοράς δείχνει προτίμηση προς τα σταθερά (μπλε) τιμολόγια, που είναι συνήθως φθηνότερα από τα πράσινα και προσφέρουν ασφάλεια από ενδεχόμενες αυξήσεις τιμών και την ανάγκη παρακολούθησης της αγοράς.
Επιπλέον, από σήμερα ισχύει διζωνικό τιμολόγιο ρεύματος με νέες ώρες χαμηλών χρεώσεων. Ειδικότερα, το χειμερινό ωράριο περιλαμβάνει τη μεσημβρινή ζώνη από 12 μ.μ. έως 3 μ.μ. και τη νυχτερινή από 2 π.μ. έως 5 π.μ., ενώ το θερινό ωράριο θα περιλαμβάνει μεσημβρινή ζώνη από 11 π.μ. έως 3 μ.μ. και νυχτερινή από 2 π.μ. έως 4 π.μ. Η σημασία της ζώνης χαμηλής χρέωσης αναμένεται να αυξηθεί, καθώς οι προμηθευτές επαναφέρουν τέτοια προϊόντα στην αγορά.