Οι αρχές της Ταϊβάν προχώρησαν χθες Πέμπτη στην πρώτη εκτέλεση θανατοποινίτη έπειτα από σχεδόν πέντε χρόνια, προκαλώντας θύελλα επικρίσεων από πλευράς οργανώσεων υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που τόνισαν ότι η εξέλιξη αποτελεί “τεράστια οπισθοδρόμηση” για τη νήσο.
Ο Χουάνγκ Λιν-κάι, 32 ετών, κρίθηκε ένοχος για τον φόνο με στραγγαλισμό της πρώην συντρόφου του και της μητέρας της το 2018. Θανατώθηκε από εκτελεστικό απόσπασμα χθες στο τέλος της ημέρας.
Τα εγκλήματα για τα οποία καταδικάστηκε ο άνδρας ήταν “απάνθρωπα”, πρόδιδαν απόλυτη “αναισθησία”, ήταν “ιδιαζόντως ειδεχθή”, ανέφερε το υπουργείο Δικαιοσύνης μετά την εκτέλεση.
Στη νήσο έχουν γίνει 36 εκτελέσεις αφότου το μορατόριουμ στην εφαρμογή της εσχάτης των ποινών αποφασίστηκε από το κοινοβούλιο να αρθεί το 2010.
Η εκτέλεση είναι η πρώτη αφότου ανέλαβε την εξουσία ο πρόεδρος Λάι Τσινγκ-τε, τον Μάιο του 2024.
Επί προεδρίας της προκατόχου του, της Τσάι Ινγκ-γουέν, έγιναν δύο εκτελέσεις. Και οι δυο τους ανήκουν στο Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα (ΔΠΚ).
Επί προεδρίας Μα Γινγκ-τζέου (2008-2016), του αντίπαλου κόμματος Κουομιντάνγκ (KMT), οι αρχές της Ταϊβάν προχώρησαν σε 33 εκτελέσεις.
Τον Σεπτέμβριο το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάνθηκε πως η θανατική ποινή πρέπει να “περιορίζεται σε ιδιαίτερες και εξαιρετικές” υποθέσεις.
Για την Ι-Λινγκ Τσιού, διευθύντρια του παραρτήματος της Διεθνούς Αμνηστίας στην Ασία, η χθεσινή εκτέλεση ήταν “σοκαριστική και σκληρή εξέλιξη”.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση υπογράμμισε πως καταδικάζει τα εγκλήματα που είχε διαπράξει ο Χουάνγκ Λιν-κάι “με τον πιο σθεναρό τρόπο”, θυμίζοντας ταυτόχρονα όμως πως αντιτίθεται στη θανατική ποινή “σε κάθε περίπτωση”.
Το Κουομιντάνγκ επέκρινε την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου, κρίνοντας πως “στην πράξη” κατήργησε τη θανατική ποινή.
Άλλοτε δικτατορία, η Ταϊβάν θεωρείται σήμερα από τις πιο προοδευτικές δημοκρατίες στην Ασία, ωστόσο δημοσκοπήσεις υποδεικνύουν πως η πλειοψηφία των πολιτών τάσσεται υπέρ της θανατικής ποινής.
ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ