Η εφαρμογή ηλεκτρονικών ελέγχων και αυστηρών κυρώσεων ξεκινά για την ανίχνευση ανασφάλιστων οχημάτων, παραλείψεων στην πληρωμή τελών κυκλοφορίας και οχημάτων που δεν έχουν περάσει από ΚΤΕΟ. Οι διασταυρώσεις θα επαναλαμβάνονται κάθε έξι μήνες, με τις αρχές να πραγματοποιούν ήδη δοκιμές για την αξιολόγηση του νέου συστήματος.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις, πάνω από 500.000 οχήματα κυκλοφορούν ανασφάλιστα, ενώ ο αριθμός εκείνων που δεν έχουν υποβληθεί σε τεχνικό έλεγχο παραμένει άγνωστος. Οι παραβάτες που εντοπίζονται θα αντιμετωπίζουν σοβαρές ποινές, καθώς τα πρόστιμα για ανασφάλιστα οχήματα κυμαίνονται από 250 ευρώ για δίκυκλα, 500 ευρώ για επιβατηγά και φτάνουν τα 1.000 ευρώ για λεωφορεία ή φορτηγά δημόσιας χρήσης. Σε περιπτώσεις υποτροπής, τα πρόστιμα διπλασιάζονται και αφαιρούνται οι πινακίδες και η άδεια κυκλοφορίας, οι οποίες επιστρέφονται μόνο μετά την τακτοποίηση των παραβάσεων.
Η εφαρμογή νέων κάμερών υψηλής τεχνολογίας στους δρόμους της Αττικής θα συμβάλλει καθοριστικά στην ανίχνευση παραβάσεων. Αυτές οι κάμερες θα είναι ικανές να καταγράφουν παραβάσεις όπως υπερβολική ταχύτητα, παραβίαση κόκκινου σηματοδότη και χρήση κινητού κατά την οδήγηση, αλλά και ανασφάλιστα ή μη ελεγμένα οχήματα. Από τις 1.388 κάμερες που θα εγκατασταθούν, οι 1.000 θα έχουν τη δυνατότητα να καταγράφουν ακόμα και τα πρόσωπα των οδηγών.
Τα δεδομένα θα διασταυρώνονται αυτόματα με τις κεντρικές βάσεις δεδομένων του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών, καθώς και της ΑΑΔΕ, με τα πρόστιμα να εκδίδονται άμεσα και να αποστέλλονται ηλεκτρονικά. Για οχήματα που δεν έχουν υποβληθεί σε ΚΤΕΟ, το πρόστιμο ανέρχεται στα 400 ευρώ, ενώ οι παραβάτες που δεν συμμορφώνονται εντός τριών μηνών θα υποβληθούν σε επιπλέον κυρώσεις.
Αξιοσημείωτο είναι ότι για οχήματα που έχουν δηλωθεί ως ακινητοποιημένα και εντοπίζονται σε κυκλοφορία ή σε μη δηλωμένα σημεία, το πρόστιμο κυμαίνεται από 10.000 έως 30.000 ευρώ σε περίπτωση υποτροπής, με την αφαίρεση του διπλώματος οδήγησης για τρία χρόνια.
Αναφορικά με τα τέλη κυκλοφορίας, όσοι προχωρήσουν σε πληρωμές θεωρούνται εκπρόθεσμοι, καθώς η προθεσμία έχει λήξει. Οι εκπρόθεσμοι υπόκεινται σε προσαυξήσεις, οι οποίες ξεκινούν από 25% τον Ιανουάριο και φτάνουν έως τον διπλασιασμό του ποσού από τον Μάρτιο.