Το 2023, η Ελλάδα πραγματοποίησε διπλές εκλογές. Στις πρώτες εκλογές του Μαΐου, που διεξήχθησαν με το σύστημα της απλής αναλογικής, δεν προέκυψε αυτοδυναμία για τη Νέα Δημοκρατία. Στις δεύτερες εκλογές του Ιουνίου, η Νέα Δημοκρατία, εφαρμόζοντας τον νόμο που ψηφίστηκε το 2020 από την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, εξασφάλισε το 40,56% των ψήφων και, κερδίζοντας το μπόνους των 50 εδρών, εξέλεξε 158 βουλευτές. Οι μελλοντικές εκλογές ενδέχεται να διεξαχθούν με τον ίδιο νόμο ή να προκύψει κάποια αλλαγή που θα μειώσει το όριο της αυτοδυναμίας κάτω από το 35%.
Τα σενάρια σχετικά με την αυτοδυναμία είναι πολλά, ειδικά μετά τις τελευταίες δημοσκοπήσεις που δείχνουν ότι αυτή είναι σχεδόν ανέφικτη. Ο αντιπρόεδρος της Ν.Δ. και υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, πρότεινε τη μετάβαση σε πλειοψηφικό σύστημα, αναφέροντας το παράδειγμα της Βρετανίας. Ωστόσο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης και ο υπουργός Εσωτερικών Θοδωρής Λιβάνιος διέψευσαν αυτή την προοπτική, όπως και ο πρωθυπουργός, ο οποίος άφησε να εννοηθεί ότι το θέμα θα παραμείνει ανοικτό εάν το ζητήσει η αντιπολίτευση. Το ΠΑΣΟΚ, διά του εκπροσώπου του Κωνσταντίνου Τσουκαλά, δήλωσε ότι είναι θετικό στο να λαμβάνει το μπόνους ένας εκλογικός πολιτικός συνασπισμός αν έρθει πρώτο στις εκλογές.
Πριν από τρεις μήνες, ο Νίκος Ανδρουλάκης είχε δηλώσει ότι η αλλαγή του εκλογικού νόμου συνιστά ομολογία ήττας από τη Ν.Δ. Τότε, το ΠΑΣΟΚ είχε μόλις αρχίσει να ανεβαίνει δημοσκοπικά, φθάνοντας στο 17%. Τώρα, οι συνθήκες έχουν αλλάξει, με τη Ν.Δ. να υποχωρεί και το ΠΑΣΟΚ να ανακτά δυνάμεις. Ο Ανδρουλάκης στοχεύει να επιτύχει μια εκλογική σύμπραξη με τον ΣΥΡΙΖΑ και τη Νέα Αριστερά, προκειμένου να επιτευχθεί μια κυβερνητική αλλαγή.
Η στρατηγική του ΠΑΣΟΚ για αλλαγή του εκλογικού νόμου δεν προορίζεται μόνο για τις επόμενες εκλογές, αλλά για αυτές που θα ακολουθήσουν, αν το πρώτο κόμμα δεν καταφέρει να εξασφαλίσει αυτοδυναμία. Η πρόταση αυτή εδράζεται στην ανάγκη να μπορεί ο εκλογικός συνασπισμός να λάβει το μπόνους, εφόσον είναι αναγκαίο για τη διακυβέρνηση.
Αναδρομικά, ο Ανδρουλάκης θα μπορούσε να μιμηθεί τον Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος το 2012 μετέτρεψε τον ΣΥΡΙΖΑ από πολυκομματικό συνασπισμό σε ενιαίο κόμμα, ώστε να εξασφαλίσει το μπόνους. Αν και αυτή η κίνηση εξυπηρετούσε τα πολιτικά του συμφέροντα, θα μπορούσε να είναι μια λύση και για τον Ανδρουλάκη.
Η πιθανότητα αλλαγής του εκλογικού νόμου έχει προκαλέσει πολιτικές αντιπαραθέσεις, με πολλούς να υποστηρίζουν ότι θα μπορούσε να ενισχύσει τη σταθερότητα της κυβέρνησης, ενώ άλλοι εκφράζουν ανησυχίες για το πώς θα επηρεάσει την αναλογικότητα στην εκπροσώπηση. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εάν αποφασίσει να προχωρήσει σε αλλαγές, θα μπορούσε να το παρουσιάσει ως θεσμική μεταρρύθμιση.
Η ριζική αλλαγή του εκλογικού συστήματος ενδέχεται να ενισχύσει τη συνεργασία μεταξύ κομμάτων και να διευκολύνει την πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα. Ωστόσο, οι πολιτικές δυναμικές και οι εκλογικές στρατηγικές θα συνεχίσουν να επηρεάζουν την εκλογική διαδικασία.