Μια πρόσφατη έρευνα αναδεικνύει ότι ακόμη και άτομα που ασκούνται τακτικά μπορεί να έχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας και καρδιαγγειακού θανάτου, αν διατηρούν δέκα ή περισσότερες ώρες καθιστικής συμπεριφοράς καθημερινά. Τα ευρήματα αυτά προέρχονται από έρευνα που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό JACC του Αμερικανικού Κολεγίου Καρδιολογίας και παρουσιάστηκαν στο συνέδριο της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από τη βρετανική τράπεζα δεδομένων υγείας UK Biobank, τα οποία αφορούσαν σχεδόν 90.000 άνδρες και γυναίκες με μέση ηλικία 62 ετών. Οι συμμετέχοντες κατέγραφαν την κίνησή τους με ένα επιταχυνσιόμετρο που φορούσαν στον καρπό επί επτά ημέρες, με τον μέσο χρόνο καθιστικής συμπεριφοράς να ανέρχεται στις 9,4 ώρες.
Μετά από οκτώ χρόνια παρακολούθησης, διαπιστώθηκε ότι οι συμμετέχοντες που δαπάνησαν πάνω από 10,6 ώρες καθιστικής συμπεριφοράς την ημέρα είχαν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο για καρδιακή ανεπάρκεια και καρδιαγγειακό θάνατο. Αντίθετα, ο κίνδυνος για κολπική μαρμαρυγή και εμφράγματο του μυοκαρδίου αυξανόταν σταθερά με τον χρόνο.
Για όσους πληρούσαν τα επίπεδα άσκησης των 150 λεπτών μέτριας έως έντονης σωματικής δραστηριότητας την εβδομάδα, η επίδραση της καθιστικής ζωής στους κινδύνους μειώθηκε. Ωστόσο, οι κινδύνοι για καρδιακή ανεπάρκεια και θνησιμότητα παρέμειναν υψηλοί ακόμα και με την άσκηση. Η προσθήκη μέτριας έως έντονης δραστηριότητας μείωσε τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας κατά 15% και τον κίνδυνο καρδιαγγειακής θνησιμότητας κατά 10%, ενώ ακόμα και η ελαφριά δραστηριότητα είχε θετική επίδραση.
Οι ερευνητές επισημαίνουν περιορισμούς στη μελέτη τους, όπως την ατελή ανίχνευση της στάσης του σώματος από τα επιταχυνσιόμετρα, που μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένες εκτιμήσεις. Συμπερασματικά, η αντικατάσταση της καθιστικής ζωής με φυσική δραστηριότητα μπορεί να είναι καθοριστική για την υγεία της καρδιάς και τη μείωση των καρδιαγγειακών κινδύνων.