Η προεκλογική οικονομική ατζέντα του εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, παρουσιάζει δύο αδύναμα σημεία που μπορεί να αποδειχθούν κρίσιμα για την υλοποίησή της. Το πρώτο αφορά τις εξαγγελίες για δασμούς σε κινεζικά προϊόντα και εισαγωγές από άλλες χώρες, με στόχο την προστασία των αμερικανικών επιχειρήσεων αλλά με πιθανές αρνητικές επιπτώσεις στον πληθωρισμό και το εμπόριο.
Το δεύτερο αδύναμο σημείο αφορά το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ, το οποίο αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια. Η πρόταση για μείωση φόρων χωρίς συγκρατητικά μέτρα δαπανών αναδεικνύει τον κίνδυνο αύξησης του χρέους και την ανάγκη για σταθεροποίηση της οικονομικής κατάστασης.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχει αισιοδοξία για διαπραγματεύσεις με τη νέα διοίκηση στην Ουάσιγκτον, με στόχο την αποφυγή ενός επιζήμιου εμπορικού πολέμου. Προτάσεις για διμερείς συμφωνίες αντί για δασμούς αναμένεται να τεθούν επί τάπητος, ενώ η ανάγκη για σταθερότητα στις δημόσιες οικονομίες είναι επιτακτική.
Η πρόκληση για τον Τραμπ είναι να διατηρήσει τη φορολογική ελάφρυνση και να αντιμετωπίσει το χρέος, με την αντίδραση των ευρωπαϊκών εταίρων και των εσωτερικών πιέσεων να αποτελούν προκλήσεις. Η ισορροπία μεταξύ φορολογικών πολιτικών και δημοσιονομικής ευθύνης απαιτεί στρατηγική που να συνδυάζει ανάπτυξη και διαχείριση του χρέους.
Οι μελλοντικές κινήσεις του Τραμπ θα κριθούν από την ικανότητά του να επιτύχει ισορροπία μεταξύ φορολογικών ελαφρύνσεων και δημοσιονομικής σταθερότητας, σε ένα διεθνές πλαίσιο που απαιτεί συνεργασία και συντονισμό για την αντιμετώπιση των οικονομικών προκλήσεων.