any-news.gr

«Στην δαιδαλώδη ατραπό της άμβλωσης…..»

Έπειτα από τη γνωστοποίηση της ψήφου του ευρωβουλευτή Στέλιου Κυμπουρόπουλου σε ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πλημμυρίδα σχηματίστηκε από όσους ξεσπάθωσαν ενάντια στη σχετική απόφασή του. Μία απόφαση που προέτασσε «το σύμφυτο δικαίωμα στη ζωή όλων των προσώπων και την προστασία αυτού από τη στιγμή της σύλληψής τους». A contrario («εξ αντιδιαστολής») προέκυπτε η πεποίθησή του κ. Κυμπουρόπουλου κατά της άμβλωσης σε οποιαδήποτε περίπτωση ή χρονική στιγμή της κύησης. Μεταξύ των επικριτών βρισκόταν και η οικεία παράταξη του ευρωβουλευτή, η Νέα Δημοκρατία, η οποία αποποιήθηκε ρητά την αντιπροσωπευτικότητα μιας τέτοιας θέσης, κάτι που τελικά έκανε και ο κ.Κυμπουρόπουλος σε ραδιοφωνική και τηλεοπτική του συνέντευξη προασπίζοντας τα δικαιώματα των γυναικών.

Όπως και να έχει, όμως, η εδραία άποψη του ευρωβουλευτή, δεν είναι η πρώτη φορά που παρεισφρέει η προβληματική της έκτρωσης στην καθημερινότητα των πολιτών ανά τα κράτη. Ας μην ξεχνάμε την νεωστί εκδοθείσα απόφαση του συνταγματικού δικαστηρίου της Πολωνίας που συρρικνώνει την περιπτωσιολογία της νόμιμης έκτρωσης, επιτρέποντας τη μόνο αν απειλείται η υγεία της κυοφόρου ή αν η κύηση είναι το αποτέλεσμα βιασμού ή αιμομιξίας. Αυτή, βέβαια, η προβληματική είναι εξαιρετικά ακανθώδης, αφού διαπλέκονται για άλλη μία φορά συνταγματικές κατά βάση και δευτερευόντως ηθικές συνισταμένες.

Οι ένθερμοι υποστηρικτές του δικαιώματος στην έκτρωση υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις προβάλλουν, σε πρώτο βαθμό, το διασφαλισμένο στο Σύνταγμα δικαίωμα των γυναικών να αναπτύσσουν ελεύθερα την προσωπικότητά τους, αυτοδιαθέτοντας κατά συνέπεια το σώμα τους και παρεμβαίνοντας παντοιοτρόπως σε αυτό. Το αντιτάξιμο αυτής της δυνατότητας έναντι παντός ελέγχεται με την απαραίτητη προϋπόθεση της μη προσβολής δικαιωμάτων άλλων προσώπων -εν προκειμένω ενός κυοφορούμενου εμβρύου- και εδώ έγκειται το πρώτο σημείο τριβής. Και αυτό γιατί δεν υπάρχει συναίνεση για το χρονικό σημείο απόκτησης προσωπικότητας από το έμβρυο ώστε να μην μπορεί να διαπιστωθεί με βεβαιότητα η παραβίαση της πρωταρχικής υποχρέωσης της πολιτείας για σεβασμό κάθε ανθρώπινης ζωής. Παρακάμπτοντας, πάντως, αυτό το αδιέξοδο πολλοί είναι αυτοί που καταφεύγουν στην θεώρηση της άτυπης -και δαρβινιστικής εν μέρει, αφού πρόκειται να επιβιώσει ο ισχυρότερος- υπεροχής του κυρίου στη σχέση κυοφόρου-κυοφορούμενου. Ισχυρίζονται πως το έμβρυο είναι εξαρτώμενο  από μία γυναίκα η οποία απολαμβάνει συνολικά τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τις αναγνωρισμένες από το δίκαιο, σε αντίθεση με το έμβρυο που ή δεν είναι καθόλου υποκείμενο δικαιωμάτων ή είναι υποκείμενο μερικών τα οποία δεν πρέπει να συγκρούονται με τα πλήρη δικαιώματα μιας γυναίκας. Χωλός, κατά τη γνώμη μου, είναι ο τελευταίος ισχυρισμός, όπως και το αδιακρίτως επικαλούμενο δικαίωμα στην αυτοδιάθεση δεδομένου ότι αν ασκηθεί αυτό το δικαίωμα θα ανακόψει με σιγουριά -εξαιρουμένου του προνομίου στη ζωή του εμβρύου που τελεί εν αμφιβόλω- την προοπτική να γεννηθεί ένα πρόσωπο με κατοχυρωμένο το δικαίωμα στη ζωή, ένα «δυνάμει» πρόσωπο με ολοκληρωμένα δικαιώματα, και την ευθύνη εδώ υπέχει η γυναίκα που το φέρει. Το σκεπτικό αυτό δεν γίνεται σε καμία περίπτωση να εξομοιώνεται και να νομιμοποιείται όπως και οι μέθοδοι αντισύλληψης υπό το πρίσμα ότι και αυτές παρακωλύουν τη γονιμοποίηση και τη γέννηση ενός προσώπου, διότι αφενός η ερωτική πράξη δεν αποσκοπεί πλέον πρωτευόντως στην αναπαραγωγή αλλά στην κάλυψη του γενετήσιου ενστίκτου αφετέρου  η έκτρωση εφαρμόζεται σε έναν οργανισμό ήδη συνειλημμένο. Αυτό ακριβώς διακυβεύεται από την αυθαίρετη πρόταξη του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση, να θεωρηθεί δηλαδή η έκτρωση λειτουργικά ισοδύναμη με ένα τρόπο αντισύλληψης, άρα η ανεπίτρεπτη αμέλεια προς τον δεύτερο να διορθώνεται με το διατυμπανιζόμενο ανεξαιρέτως δικαίωμα στην έκτρωση. Αν γίνει αυτό, ακόμα ένα δικαίωμα θα έχει τεθεί στην ευχέρειά μας, ακόμα μία υποχρέωση, αυτή στην ορθή σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των πολιτών, θα έχει θυσιαστεί. Και είναι σαφές ότι πρέπει η υποχρέωση αυτή να αποκτήσει πολιτειακό χαρακτήρα, όπως αποδεικνύεται από το πουριτανικό ακόμα και αναποτελεσματικό οικογενειακό περιβάλλον αλλά και την ανεπαρκή και επικίνδυνη παρέα συνομηλίκων. Ίσως έτσι να μειωθεί αξιόλογα το ποσοστό των νεαρών κοριτσιών, ανάμεσα σε αυτά και πλήθος ανηλίκων, που προβαίνουν στην έκτρωση επειδή απερίσκεπτα επέλεξαν να οδεύσουν ξυπόλυτες στα αγκάθια.

Διαφορετική αλλά εξίσου δυσεπίλυτη είναι και η περίπτωση κατά την οποία η γονιμοποίηση πραγματοποιείται χωρίς τη συναίνεση μιας γυναίκας με την άσκηση σωματικής βίας από ξένο ή βιολογικά συγγενές πρόσωπο με συνέπεια να ανακύπτει και ζήτημα αιμομιξίας. Η κοινή γνώμη αποστρεφόμενη εύλογα τέτοιες πράξεις ως έντονα παραβιαστικές για το ανθρώπινο σώμα, προσβλητικές για την προσωπικότητα κάθε γυναίκας και απαρχή προβλημάτων υγείας για το έμβρυο δεν διαπραγματεύεται καθόλου την εφαρμογή της έκτρωσης. Πρωτίστως, επειδή η εγκυμοσύνη δεν προέκυψε αυτοπροαίρετα αλλά και επειδή οι δυστυχείς γυναίκες δεν αντέχουν στην ιδέα της κυοφορίας ενός εμβρύου από τον βιαστή τους. Φυσικά είναι κατανοητή η σωματική και συναισθηματική καταρράκωση αλλά και η απέχθεια τους προς ό τι ανακινεί στη μνήμη τους το εν λόγω συμβάν, όμως δεν παύει να υφίσταται ένα «δυνάμει» πρόσωπο με την πληρότητα των δικαιωμάτων του, από το οποίο θα μπορέσει να αποσχιστεί η βιολογική μητέρα μετά τη γέννηση του με την παράδοσή του σε κάποιο φιλανθρωπικό ίδρυμα. Το ίδιο κατανοητή γίνεται και η πραγματική αδυναμία θεσμοθέτησης ενός τέτοιου κανόνα δικαίου, που θα υπαγορεύει ουσιαστικά στις βεβιασμένες γυναίκες ποια ψυχολογική κατάσταση θα διαθέτουν. Ένας τέτοιος κανόνας δικαίου μπορεί να διαμορφωθεί εθιμικά συμπληρώνοντας την ελληνική δικαιοταξία με την μακρόχονη και ομοιόμορφη πρακτική των βεβιασμένων γυναικών και, κυρίως, με τη βαθιά συνείδησή τους ότι αυτό είναι το δίκαιο για ένα έμβρυο ικανό να εξελιχθεί σε άνθρωπο.

Σοβαρότερο και πλήρως αδιαπραγμάτευτο, κατά τη γνώμη μου, αιτιολογικό για να ακολουθήσει μία γυναίκα τη λύση της έκτρωσης αποτελεί ο επαπειλούμενος κίνδυνος για τη ζωή της από την κυοφορία ή η πρόκληση από αυτήν κρίσιμων και αθεράπευτων προβλημάτων υγείας στην ίδια ή το έμβρυο. Εδώ εντάσσεται και η περίπτωση της αιμομιξίας. Κάθε γυναίκα πρέπει να είναι σε θέση να λυτρώνει το έμβρυο της από μελλοντικό αβάσταχτο πόνο και να αποβάλει από τον εαυτό της οτιδήποτε απειλεί τη ζωή της. Κάτω από αυτήν την προϋπόθεσή δικαιολογημένα μπορεί να γίνει λόγος για προτεραιότητα του φορέα-προστάτη έναντι του κυοφορούμενου-προστατευόμενου, καθώς το μέσο για να έρθει στη ζωή ο δεύτερος είναι ο πρώτος και το δικαίωμα στη ζωή της μητέρας υπερτερεί του ίδιου δικαιώματος ενός ατελούς υποκειμένου δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.

Ο έγκυρος νόμος από το 1986 στην Ελλάδα για την άμβλωση σύμφωνα με τον Ποινικό Κώδικα είναι αρκετά ελαστικός επιτρέποντας τη σε κάθε περίπτωση εντός 12 εβδομάδων και προβλέποντας ενισχυμένες προθεσμίες αν συντρέχει βιασμός, αιμομιξία ή κίνδυνος σοβαρής και διαρκούς σωματικής ή ψυχικής ασθένειας της κυοφόρου ή του κυοφορούμενου. Αυτή η ρύθμιση είναι αποκαλυπτική της εύνοιας του νομοθέτη για την μέθοδο αυτή, ενώ στη θέσπιση αυτού του νόμου συνέβαλε η «Αυτόνομη Κίνηση των Γυναικών», μία ομάδα γυναικών που αγωνίστηκε για τη νομιμοποίηση της άμβλωσης. Kατά κανόνα λοιπόν, το επιτρεπτό των αμβλώσεων χωρίς καμία αίρεση αποτελεί καίριο αίτημα του φεμινιστικού κινήματος και πολλών πολιτών παγκοσμίως. Παρόλα αυτά, το φεμινιστικό κίνημα και το γυναικείο φύλο εν όλω δεν θα πρέπει να οικειοποιούνται τη δυσχέρεια του παρόντος ζητήματος θεμελιώνοντας εγωιστικά τις θέσεις τους στη βάση του «αναπόσπαστου» δικαιώματος στην αυτοδιάθεση από τη στιγμή μάλιστα που η απόφαση τους για άμβλωση πρόκειται να επηρεάσει έναν άνθρωπο εν εξελίξει, του οποίου το δικαίωμα στη ζωή ερίζεται από την μία δικαιική τάξη στην άλλη για το πότε αρχίζει. Συνεπώς, η αμφιλογία πρέπει να επικεντρώνεται στην εξισορρόπηση δύο πρωταρχικών προνομίων και όχι στην κατοχύρωση ενός δικαιώματος των γυναικών με σκοπό την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων, η οποία προφανώς επιβάλλεται δυνάμει του Συντάγματος.

Επιλογικά, ανεξάρτητα από το ποιος εισηγήθηκε το ψήφισμα για τα δικαιώματα του παιδιού στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο -το εξεταζόμενο ψήφισμα το εισηγήθηκαν οι συντηρητικές παρατάξεις- και την ψήφο του κ.Κυμπουρόπουλου οφείλουμε να συμφωνήσουμε ως προς την πολυπλοκότητα της θεματικής των αμβλώσεων. Αυτή η συζήτηση είναι μεγάλη και είναι καλό να ανοίγει. Καθόλου μεγάλη, ωστόσο, δεν πρέπει να είναι η συζήτηση για το αν μία μητέρα θα σκότωνε ή όχι το διαγνωσθέν ως ανάπηρο παιδί της, όπως αντίθετα δήλωσε ο κ.Κυμπουρόπουλος. Αλλιώς η ύστατη διάγνωση δε θα μαρτυρά τίποτα άλλο πέρα από κραυγαλέο κοινωνικό ρατσισμό !

Αριστείδης Κυπριώτης