Κατηγορίες
ΑΠΟΨΕΙΣ ΑΠΟΨΗ 1

Ιταλία: Ένας χρόνος κορωνοϊός και λοκντάουν – Οι μήνες που δεν θα ξεχαστούν ποτέ

Ακριβώς σαν σήμερα, ένα χρόνο πριν, στις 8 Μάρτη του 2020 δημοσίευα την συγκεκριμένη ανάρτηση στον προσωπικό μου λογαριασμό στο Facebook.

Μια θλιβερή είδηση, με τους αριθμούς θανάτων στην γειτονική Ιταλία. Μια θλιβερή πραγματικότητα που έγινε καθημερινή πρώτη είδηση σε τηλεόραση, εφημερίδες και ίντερνετ. Στις ζωές μας.

Μια ανάρτηση που με τους αναγραφόμενους αριθμούς νεκρών σήμερα, ένα χρόνο μετά, μπορεί και να διαφημιζόταν από πολλές κυβερνήσεις σαν αισιόδοξη(!) μετά από τον ορυμαγδό που ακολούθησε…

Αυτή η μακάβρια καθημερινή καταμέτρηση απόντων λόγω της θανατηφόρας πανδημίας, που χτύπησε πρωτίστως και πιο δυνατά την γειτονική μας Ιταλία.

Δώδεκα τραγικοί μήνες που δεν πρόκειται να ξεχαστούν ποτέ πια, με τρομερά γεγονότα που μας στοιχειώνουν ακόμα:

  • Η μακάβρια πομπή των στρατιωτικών φορτηγών που μετέφεραν φέρετρα στο Μπέργκαμο

  • τα χειροκροτήματα και τα τραγούδια στα μπαλκόνια

  • οι ουρές στα άδεια σούπερ μάρκετ

  • ο Πάπας Φραγκίσκος σε μια έρημη πλατεία του Αγίου Πέτρου

  • οι σημαίες και τα ζωγραφισμένα ουράνια τόξα στα παράθυρα

  • η αισιοδοξία, ο φόβος, η ευθύνη και η ελπίδα.

Αλλά και ο θάνατος, το άγνωστο, η μοναξιά και η αβεβαιότητα

Πριν από ένα χρόνο, η Ιταλία βυθίστηκε σε μια από τις πιο τραγικές στιγμές που βίωσε στην ιστορία της μετά από την μεταπολεμική περίοδο. Ήταν όταν ανακάλυψε με τον πιο τραγικό τρόπο για πρώτη φορά τον αγγλικό όρο: «lockdown», που κλείδωσε και άδειασε τόσο τις ζωές, όσο και τις πόλεις από το Βορρά έως το Νότο.

Η εικόνα – σύμβολο αυτών των δώδεκα μηνών που θα παραμείνει για πάντα χαραγμένη στη μνήμη όλων μας, δεν είναι άλλη από τη θλιβερή και μακάβρια ατελείωτη πομπή των φορτηγών του στρατού φορτωμένα με φέρετρα στους δρόμους ενός σκοτεινού και βαριά πληγωμένου Μπέργκαμο.

Είχαν περάσει μόλις δέκα ημέρες από όταν ο Τζουζέπε Κόντε (Giuseppe Conte) ο τότε πρωθυπουργός, ανακοίνωνε το αντίστοιχο με το δικό μας διάταγμα #Μένουμε_Σπίτι (το λεγόμενο στα Ιταλικά #iorestoacasa…).

Ήταν η αρχή της σιωπής. Μιας εκκωφαντικής σιωπής θανάτου.

Δεκαπέντε μέρες αργότερα θα έπαιρνα συνέντευξη από τον Γενικό Διευθυντή του Δήμου του Μπέργκαμο, την μαρτυρική πόλη της «κόκκινης ζώνης» του θανάτου από την πανδημία του κορονοϊού στην Ιταλία.

Ο κ. Μικέλε Μπέρτολα (Michele Bertola), μίλησε για την τρομαχτική πραγματικότητα που βίωνε η πόλη, έναν εφιάλτη που δεν έδειχνε να έχει τελειωμό:

«Το κρεματόριο στην πόλη μας, λειτουργεί με πλήρη ισχύ 24 ώρες την ημέρα και 7 ημέρες την εβδομάδα και τις επόμενες ημέρες θα πρέπει να στείλουμε κάποια από τα πτώματα σε άλλες πόλεις (αν τα δεχτούν), επιπλέον, στα νεκροταφεία μας θάβεται, με τον παραδοσιακό τρόπο, ένας νεκρός κάθε μισή ώρα!» μου δήλωσε.

Ένα χρόνο πριν σαν σήμερα, «Έξω ήταν Άνοιξη», όπως πολύ σοφά έδειξε στο ομώνυμο ντοκιμαντέρ του ο διάσημος Ιταλός σκηνοθέτης Γκαμπριέλε Σαλβατόρες (Gabriele Salvatores) όταν οι δρόμοι της «θορυβώδους» Ιταλίας βρέθηκαν ξαφνικά άδειοι, κενοί, έρημοι, νεκροί, εγκαταλειμμένοι.

Μέσα στην απόλυτη και νεκρική σιωπή γεννήθηκαν και αναδύθηκαν θόρυβοι σαν να ήταν βγαλμένοι από μια άλλη γεωγραφία και ανθρωπότητα:

Ο ήχος των σιντριβανιών, τα τραγούδια των πουλιών της πόλης που ακούγονταν πια πεντακάθαρα, τα γέλια των παιδιών, οι ρόδες των ποδηλάτων στους άδειους δρόμους και οι λαχανιασμένες ανάσες των αναβατών τους, όπως και των ανθρώπων που έβγαιναν να τρέξουν στις άλλοτε μπλοκαρισμένες από την κίνηση και πολύβουες λεωφόρους.

Τότε που, με τα γραφεία, τις τράπεζες, τα εστιατόρια τα μπαρ και τα καφέ όπως και τα καταστήματα όλα κλειστά για το κοινό… άνθισαν αυτές οι δραστηριότητες για τους πολίτες, καθώς ήταν πλέον πολύ εύκολο και επίσης δεν διέτρεχες κάποιο κίνδυνο, αφού οι δρόμοι μετατράπηκαν σε ατέλειωτους ποδηλατόδρομους και πεζόδρομους χωρίς καθόλου κίνηση.

Τα χωριά σε όλη τη χώρα έμοιαζαν εγκαταλελειμμένα, ενώ από την άλλη μεριά οι μητροπόλεις ανέδειξαν μετα-αποκαλυπτικά χαρακτηριστικά, παραδομένες σε μια ατελείωτη σιωπή χωρίς τον ήχο από κανένα ανθρώπινο ίχνος, κάτι που διακοπτόταν μόνο από τις περιπολίες της αστυνομίας ή του στρατού.

Ακόμα και η πανίδα, σε ορισμένες περιπτώσεις, ανέκτησε την κατοχή των χώρων που «καταλαμβάνουν» οι άνθρωποι.

Άρχισαν να κατακλύζονται τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης και οι τηλεοράσεις με ασυνήθιστες εικόνες: οι χήνες και οι βάτραχοι να περπατούν χαλαρά σε σειρά και κατά μήκος εκείνων που κάποτε ήταν πολυσύχναστοι δρόμοι, άγρια ζώα να εισέρχονται σε πόλεις, όπως λύκοι, αγριογούρουνα, μια αρκούδα…

«Όλα θα πάνε καλά», έγραφαν τα πολύχρωμα πανό στα μπαλκόνια των σπιτιών όπου στο ηλιοβασίλεμα οι Ιταλοί συγκεντρώνονταν για να στείλουν ένα μουσικό μήνυμα ελπίδας.

Πρώτα ο Εθνικός Ύμνος, ύστερα τα πιο συμβολικά μουσικά τραγούδια και μουσικές της χώρας.

Οι νότες του Ένιο Μορικόνε (Ennio Morricone) από την κιθάρα του Τζάκοπο, στην ιστορική πλατεία Ναβόνα (Piazza Navona) της Ρώμης, έγιναν το σύμβολο μιας μουσικής αντίστασης και ανάτασης.

Η χώρα στην πιο τραγική της ώρα μεταμορφώθηκε και άρχισε να γίνεται εκ νέου και ξανά ανθεκτική, ενωμένη, αλληλέγγυα. Δημιουργήθηκαν για παράδειγμα, αυτοσχέδιες εθελοντικές υπηρεσίες για την παράδοση ειδών πρώτης ανάγκης και φάρμακα σε ηλικιωμένους και μοναχικούς ανθρώπους.

Ποτέ, όπως τη στιγμή του αρχικού «σκληρού» λοκντάουν, οι άδειες από ανθρώπους πόλεις, δεν ανακάλυψαν και δεν ανέδειξαν σε τέτοιο βαθμό, το ανθρώπινό τους πρόσωπο.

Τα παιδιά, απαγορεύτηκε να πηγαίνουν στο σχολείο και ξεκίνησαν την εξ αποστάσεως εκπαίδευση, βασισμένα πια στην τεχνολογία για να αντισταθμίσουν την έλλειψη επαφής με τους φίλους και τους γνωστούς τους.

Τα γενέθλια επίσης άρχισαν να γιορτάζονται αυστηρά από απόσταση. Το ίδιο και οι τελετές αποφοίτησης.

Οι ενήλικες ανακάλυψαν την «έξυπνη εργασία». Ζούσαν και δυστυχώς πέθαιναν από απόσταση.

Οι κλίνες και τα δωμάτια, τόσο στα νοσοκομεία όσο και στα γηροκομεία ήταν σφραγισμένα αεροστεγώς καθώς λόγω της λοίμωξης οι ασθενείς νοσηλεύονταν σε θάλαμους αποσυμπίεσης κορονοϊού και ήταν πολλοί… πάρα πολλοί οι ηλικιωμένοι που υπέμειναν την ασθένεια απομονωμένοι και τελικά πέθαναν και μόνοι τους.

Αλλά όλοι μαζί οι πολίτες της χώρας προχώρησαν, γιατί έπρεπε. Θυμόμαστε εκείνους που έβγαλαν βίντεο διοργανώνοντας… αγώνες τένις από το ένα μπαλκόνι στο άλλο για να μην σταματήσουν την προπόνησή τους. Εκείνους που, αυτοσχεδιάζοντας, δοκίμασαν να γίνουν σεφ και αρτοποιοί, τόσοι πολλοί ώστε το αλεύρι και η μαγιά να εξαντληθούν από τα μαγαζιά!

Επίσης δημιουργήθηκαν αυτοσχέδιες αίθουσες προπόνησης σε σαλόνια και σε κρεβατοκάμαρες των σπιτιών, από εκείνους που ακολούθησαν τα βήματα επαγγελματιών εκπαιδευτών του διαδικτύου, άλλοι έδιναν συμβουλές, πολίτες που μπήκαν στο ρόλο personal trainer.

Το μόνο που δεν απαγορεύτηκε με κυβερνητική εντολή και στην Ιταλία, ήταν οι βόλτες με το σκύλο, το τζόκινγκ και η ποδηλασία.

Σήμερα, ένα χρόνο μετά, η Ιταλία, όπως και όλες σχεδόν οι χώρες του κόσμου, αντιμετωπίζει νέες και αποφασιστικές προκλήσεις.

Ο κίνδυνος να επανέρθει ένα αυστηρό ολικό λοκντάουν στη γειτονική μας χώρα βρίσκεται πιο κοντά από ποτέ, με τον αριθμό των νεκρών να αυξάνεται συνεχώς, χάρη στην ακραία ταχύτητα διάδοσης των μεταλλάξεων του κορωνοϊού, ειδικά μεταξύ αυτών της Βρετανίας και της Νότιας Αφρικής.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι έρχεται ένα ακόμα Πάσχα, μετά τα πρόσφατα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, που θα υπόκειται σε αυστηρούς περιορισμούς.

Πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος που η ζωή όπως την γνωρίζαμε ανατράπηκε.

Ένας οδυνηρός χρόνος, ένας χρόνος αντίστασης, ένας χρόνος όπου εναλλάσσεται η αισιοδοξία με την απαισιοδοξία σε καθημερινή βάση.

Και ο «πόλεμος» δεν έχει τελειώσει ακόμα…

Κωστής Αποστολόπουλος
Δημοσιογράφος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *